Η υπόθεση Μπρέιβικ, έδειξε με έμφαση ότι το φάσμα της τρομοκρατίας μπορεί να κινείται ανεξέλεγκτο από το ένα πολιτικό άκρο στο άλλο, ανεξαρτήτως θρησκείας, φυλής και εθνικότητας.
Ο Καρλ Χάγκεν, το 2005, χρονιά κατά την οποία διατελούσε αρχηγός του ακροδεξιού Νορβηγικού κόμματος «Πρόοδος» είχε δηλώσει: «δεν είναι όλοι οι Μουσουλμάνοι τρομοκράτες αλλά όλοι οι τρομοκράτες είναι Μουσουλμάνοι». Την ίδια χρονιά, ο Μπρέιβικ, ήταν μέλος στο ίδιο κόμμα. Έξι χρόνια αργότερα, αυτός ο αυτοαποκαλούμενος Χριστιανός, θα περνούσε στη ιστορία σαν ένας από τους πιο στυγερούς και αποφασισμένους τρομοκράτες που σκότωσε μαζικά, στο όνομα του δικού του ιερού πολέμου, κατά της εξάπλωσης των Μουσουλμάνων στην Ευρώπη και των κυβερνητικών υποστηρικτών της.
Η χαρακτηριστική δήλωση του Χάγκεν δεν διαφέρει στην ουσία της από τη δήλωση του Άγγλου πρωθυπουργού Κάμερον που έγινε φέτος το Φλεβάρη στην ομιλία του στο Μόναχο για την τρομοκρατία: «Το Ισλάμ είναι μια θρησκεία που την πιστεύουν ειρηνικά περισσότεροι από 1 δις Μουσουλμάνοι. Η προέλευση των τρομοκρατικών επιθέσεων βρίσκεται στην ιδεολογία του ισλαμικού εξτρεμισμού, που αποτελεί μια πολιτική ιδεολογία και υποστηρίζεται από μια μειοψηφία».
Η εμμονή σε αυτήν την παγιωμένη – μετά την 11/9 – αντίληψη να...
θεωρείται η τρομοκρατία ως η εξτρεμιστική εκδοχή μιας θρησκείας μη δυτικής πολιτισμικής προέλευσης – έστω ειρηνικής ή λιγότερο βίαιης στα αρχικά της στάδια – παραβλέπει τη δυναμική και τις παθογένειες της συντηρητικής και ακροδεξιάς στροφής στην Ευρώπη.
Το πρόβλημα της τρομοκρατίας δεν το γεννούν μόνο οι δυσκολίες της πολυπολιτισμικότητας. Το κενό ταυτότητας δεν το αντιμετωπίζει μόνο ο μετανάστης που δεν ενσωματώνεται ούτε μπορεί να συμβιώσει με τις πολιτιστικές και θρησκευτικές του ιδιαιτερότητες. Το κενό ταυτότητας αρχίζει πλέον να το αντιμετωπίζει και ο Ευρωπαίος πολίτης ο οποίος στην προοπτική μιας υπερεθνικής και παγκοσμιοποιημένης Ευρώπης επίσης δέχεται έναν ιδιότυπο ξεριζωμό από την ταυτότητα που γνώριζε και με την οποία ταυτιζόταν.
Σε αυτήν την αλλοτρίωση έρχονται να προστεθούν οι επιδράσεις της οικονομικής κρίσης που φέρνουν την κοινωνική ανασφάλεια, την απώλεια της οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας και την κρίση του πολιτικού συστήματος και της δημοκρατίας.
Ο Αρζέν Απαντουράι – ένας σύγχρονος κοινωνικο-πολιτιστικός ανθρωπολόγος – στο βιβλίο του «Ο φόβος των μικρών αριθμών – ένα δοκίμιο για τη γεωγραφία του θυμού» υποστηρίζει ότι οι κοινωνικές «πλειοψηφίες» διακατέχονται από ένα «άγχος ανολοκλήρωτου» όσον αφορά την εθνική τους καθαρότητα όταν συνυπάρχουν με αλλοεθνείς μειονότητες. Αισθάνονται ότι απειλούνται να μετατραπούν οι ίδιες σε μειονότητα και αντίστροφα η μειονότητα σε πλειοψηφία. Επιπλέον στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης οι μειονότητες είναι μια διαρκής υπενθύμιση αυτού του «άγχους περί του εθνικού ανολοκλήρωτου». Και όσο οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες επιδεινώνονται τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες ώστε οι πλειοψηφίες να αποκτήσουν επιθετική ταυτότητα (predatory identity) και να προχωρήσουν σε ακραίες πράξεις κοινωνικού και πολιτικού μίσους.
Ο Απαντουράι αναφέρει σαν ακραίο ιστορικό παράδειγμα τους Ναζί. Αλλά μάλλον περισσότερο φωτογραφίζει ένα μέλλον, όπου ο τρομοκράτης «στρατιώτης» Μπρέιβικ δεν θα είναι μόνος – αν ήταν τώρα. Ένα μέλλον που θα αποτρέπεται όσο κατανοούνται και αντιμετωπίζονται – χωρίς παρωπίδες – το εύρος και οι αιτίες της τρομοκρατίας.
Σχετική ανάρτηση: Αυτό το φάντασμα ποιος θα το ξορκίσει;
Σχετική ανάρτηση: Αυτό το φάντασμα ποιος θα το ξορκίσει;
[ The terrorist “soldier” Breivik…]
Δ. Τρικεριώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου