TRANSLATE

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Στο Πολιτικό Βαρόμετρο του Ιανουαρίου, φωτογραφίες από το σημείο μηδέν…


Με την είσοδο στη νέα χρονιά και την ανεργία να πλησιάζει το 1/3 του εργατικού δυναμικού – το 1/2 στους νέους – έρχεται μια έρευνα να μας πληροφορήσει ότι ο 1 στους 4 Έλληνες δηλώνει ικανοποιημένος από τη ζωή του. Αυτό το 24% δεν έχει καμία σχέση με το παράλληλο σύμπαν των συμπτώσεων που ανέλυσε ο Άρθουρ Καίσλερ, αλλά με κυνικό τρόπο εκφράζει τα ανθεκτικά υπολείμματα της νομενκλατούρας που εξουσίαζε την χώρα για δεκαετίες. Όμως το πραγματικό ενδιαφέρον βρίσκεται στην υπόλοιπη κοινωνία. Στα απομεινάρια των απατηλών ημερών της «Ισχυρής Ελλάδας». Σε αυτό το κομμάτι, που σύμφωνα με την eurostat, τουλάχιστον το 20% δεν τα καταφέρνει ούτε στα στοιχειώδη και το 40% ακροβατεί στο χείλος της φτώχειας. Η τελευταία έρευνα της Public Issue γεμίζει το κάδρο αυτής της κοινωνικής ανισότητας με τη φωτογραφία μιας κοινωνίας που έπιασε πάτο…

Πώς φανταζόμαστε στις συγκεκριμένες συνθήκες την στιγμή έλευσης του «σημείου μηδέν»; Όχι για τον καθένα χωριστά, όχι για όλους μαζί, αλλά για ένα κομμάτι της κοινωνίας τέτοιου κρίσιμου μεγέθους, που θα μπορούσε να χαρακτηρίζει το σύνολο και να πυροδοτεί εξελίξεις επανεκκίνησης. Αν αφήσουμε τους επίσημους απόλυτους αριθμούς που καταγράφονται ή προβλέπονται για τα οικονομικά μεγέθη και επικεντρωθούμε στην αίσθηση και την αντίληψη της πραγματικότητας που αποτυπώνεται και επηρεάζει τη ζωή και το μυαλό των πολιτών, τότε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το φακό που μας δίνει η Public Issue. Και αφού εστιάσουμε να καταλήξουμε σε δύο παρατηρήσεις:

(1) Η κοινωνία ωρίμασε και έχει συνειδητοποιήσει το βάθος της κρίσης.

Ο 1 στους 2 πολίτες δεν πείθεται για αυτό που τον πληροφορούν οι «ειδικοί», ότι δηλ. η ανάκαμψη θα αρχίσει τέλος ’13 με αρχές ’14. Αντίθετα, με βάση αυτό που «εισπράττει» από την εμπειρία του, πιστεύει ότι η κρίση θα διαρκέσει περισσότερο από 5 χρόνια – όταν το 2009 αυτήν την πεποίθηση την είχε μόλις ο 1 στους 5.

(2) Η κοινωνία μάτωσε τόσο που θεωρεί ότι πλέον έφτασε στο σημείο μηδέν.

(α) Σε σχέση με πέρυσι λιγότεροι πιστεύουν ότι η ζωή τους θα χειροτερέψει και άλλο(65% έναντι 69%). Σε αυτούς προφανώς περιλαμβάνονται εκείνοι που έχουν περιθωριοποιηθεί ή κινούνται στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αξιολογείται σαν προϊόν εμπειρίας και δείχνει ότι αυτοί οι πολίτες αισθάνονται σαν να βιώνουν ήδη το μέγιστο της εγκατάλειψης και της αθλιότητας. Το μέλλον τους δεν θα είναι περισσότερο άθλιο από αυτό που έζησαν ή ζουν στο παρόν τους. Άραγε αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάτι να φοβηθούν;

(β) Σε σχέση με πέρυσι περισσότεροι πιστεύουν ότι  η κατάσταση στην οικονομία θα βελτιωθεί τα επόμενα 5 χρόνια(43% έναντι 37%). Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να αξιολογηθεί περισσότερο σαν φυσιολογική ψυχολογική αντίδραση στην έλλειψη προοπτικής που συνοδεύει την καθημερινότητα, παρά σαν πραγματική αίσθηση για δυναμική βελτίωσης στο επαγγελματικό περιβάλλον. Ακόμη καλύτερα θα μπορούσε να αξιολογηθεί σαν το εύλογο ή το αναπόφευκτο της ανόδου όταν η κάθοδος βιώνεται σαν συντελεσμένη.

Το 2013 είναι η πιο κρίσιμη χρονιά. Πιάνοντας η κοινωνία πάτο, ο πολίτης συνειδητοποιεί ότι τελικά «πάτος» ήταν η συγκυρία ενός πολλαπλού κενού, που βιώνεται σε πολλά επίπεδα. Κενό επιβίωσης, κενό πολιτικής, κενό λογικής, κενό δικαιοσύνης, κενό κοινωνικής προστασίας. Και η χρονιά είναι κρίσιμη διότι όσο αυτά τα «ελλείμματα» παρατείνονται τόσο μπορούν να εισχωρούν μέσα τους αλόγιστη βία και αναρχία.

Από φέτος, το αδιανόητο της αναγκαστικής προσαρμογής σε μια προμελετημένη κοινωνία ανισότητας, θα είναι ο μοχλός των πολιτικών εξελίξεων.  Η λογική υπαγορεύει ότι χωρίς νέα διαγραφή χρέους και ριζική αλλαγή του πολιτικού προσωπικού και των σχέσεων κράτους-επιχειρηματικότητας θα είναι δύσκολο να αποφύγουμε την κοινωνική αναταραχή στη χώρα. Όπως επίσης ότι πριν τις γερμανικές εκλογές είναι δύσκολο να αλλάξουν οι όροι του πολιτικού παιγνιδιού, όσο και αν αυτό είναι επικίνδυνο για την χώρα, αλλά και για την ενότητα στην Ευρώπη.

Με φόντο ένα κοινοβούλιο σε διακοσμητικό ρόλο, το ελληνικό πολιτικό σύστημα αναζητεί τη νέα του ταυτότητα ακροβατώντας στα όρια της δημοκρατικής νομιμότητας. Η τρικοματική διακυβέρνηση έχοντας εκπληρώσει το «πατριωτικό» της καθήκον, το προσαρμοσμένο στα συμφέροντα των Βορειοευρωπαίων εταίρων, κλείνει τον κύκλο της, όπως αυτό συνέβη με τις κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου. Η συνάντηση Τσίπρα-Σόϊμπλε προετοιμάζει τους νέους πολιτικούς συσχετισμούς. Το ερώτημα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να δομήσει ένα τέτοιο κεντροαριστερό προφίλ που θα μπορεί να τον επιβάλλει σαν τη μοναδική βιώσιμη λύση για τα επόμενα χρόνια μετασχηματισμού της χώρας προς μια κοινωνία πιο υγιή, πολιτικά και οικονομικά.

Η Ελλάδα χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη διαγραφή χρέους και εξορθολογισμό του οικονομικού προγράμματος. Η Γερμανία χρειάζεται, μέχρι τις εκλογές, την Ελλάδα στην ευρωζώνη και μάλιστα χωρίς εμφύλιους σπαραγμούς. Η τρικοματική κυβέρνηση για τα μόνα που μπορεί πλέον να εγγυηθεί είναι μια αυταρχική πολιτική – στα όρια της ακροδεξιάς – και το μίσος των πολιτών. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ, παρ΄όλες τις αδυναμίες του, έχει την ευκαιρία να γίνει η μόνη βιώσιμη επιλογή για την καταπολέμηση της διαφθοράς και τη διαχείριση της κρίσης με πιο ανθρώπινο πρόσωπο. Μπορεί λοιπόν να γίνει ο ρυθμιστής των εξελίξεων στο μέτρο που θα καταφέρει να ελέγξει τις ενδογενείς κι εξωγενείς δυνάμεις του λαϊκισμού και του μηδενισμού που τον φθείρουν και τον απομακρύνουν από την τροχιά της εξουσίας.


Δ. Τρικεριώτης (Follow on Twitter)

Δεν υπάρχουν σχόλια: