Τελικά, την πραγματικότητα την υποτίμησαν τόσο οι ευρωσκεπτικιστές όσο και οι υπέρμαχοι
του προγράμματος προσαρμογής. Από τους
πρώτους, ο Ρουμπινί δήλωσε ότι έπεσε έξω στο Grexit για το 2012, επειδή υποτίμησε την
αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων πολιτικών να κρατηθεί η ευρωζώνη, καθώς και την
ανθεκτικότητα των Ελλήνων στα σκληρά οικονομικά μέτρα. Από τους δεύτερους, η Λαγκάρντ
παραδέχτηκε ότι υποτίμησε τις επιδράσεις της ύφεσης στην ανάπτυξη. Ωστόσο ο Ρουμπινί δεν άλλαξε την ουσία της πρόβλεψής του. Πιστεύει ότι οι πολιτικοί
κέρδισαν λίγο χρόνο, αλλά ο κίνδυνος για την Ελλάδα και την Ευρώπη δεν έχει
περάσει. «Η πολιτική δεν μπορεί να υπερισχύει στα πάντα. Είναι ένας
παράγοντας, αλλά δεν αντικαθιστά όλους τους άλλους». Αλλά και η Λαγκάρντ
δεν άλλαξε την ουσία της πολιτικής της και απλά πρότεινε περισσότερο χρόνο
προσαρμογής...
Στην ουσία, Ρουμπινί και Λαγκάρντ περιμένουν από τον χρόνο να τους δικαιώσει και να φέρει την πραγματικότητα στα μέτρα των θεωριών τους. Αλλά πέρα από τις «προσαρμοσμένες πραγματικότητες», μπορεί εύκολα κανείς να αντιληφθεί το μέγεθος του αδιεξόδου που έχει συσσωρευθεί στην ευρωζώνη και το οποίο, προς το παρόν, καλούνται να πληρώσουν οι λαοί από το υστέρημά τους. Έτσι το φόντο της κρίσης, που δεν δείχνει ακόμη να ξεθωριάζει παρά τις όποιες θυσίες των πολιτών, συνεχίζει να λειτουργεί σαν ο καθρέφτης των παραμορφώσεων που υφίστανται η άσκηση της πολιτικής, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Μέσα του, οι λογικές θεωρήσεις των πραγμάτων, η μία μετά την άλλη, χάνονται στις ποικίλες μεταφράσεις της κρίσης.
Το λάθος
του ΔΝΤ δεν ήταν απλά θέμα τεχνοκρατικής ανεπάρκειας σε κάποιους
«πολλαπλασιαστές», αλλά θέμα εξαρχής λάθους πολιτικών και οικονομικών
εκτιμήσεων και κατευθύνσεων. Αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας δεν μπορούσε
να πραγματοποιηθεί χωρίς αποτελεσματική δημόσια διοίκηση και υγιή
επιχειρηματική δραστηριότητα. Και αυτές οι θεμελιακές προϋποθέσεις δεν θα μπορούσαν
ποτέ να ικανοποιηθούν σε μια χώρα-βασίλισσα της διαφθοράς στην Ευρώπη. Αφού από
την πρώτη στιγμή δεν κτυπήθηκαν ή δεν εξαναγκάστηκαν να «συνεργαστούν» οι γνωστοί
ολιγάρχες που ελέγχουν την αγορά , τα ΜΜΕ και την πολιτική ζωή του τόπου, η
επιχείρηση «αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας» μέσα από την ελάττωση του
εργασιακού κόστους, το μόνο που θα κατάφερνε ήταν να βαθαίνει την κρίση και να
«εκτελεί» την μεσαία τάξη.
Γιατί πώς
να γίνει ανάπτυξη όταν η μείωση του εργασιακού κόστους δεν μπορεί να συνοδεύεται
από την διεύρυνση της φορολογικής βάσης
και την ελάττωση της φορολογίας, που θα ανακούφιζε τους αδύναμους και θα
επηρέαζε θετικά τις επενδυτικές κινήσεις; Πώς να γίνει ανάπτυξη όταν η μείωση
του εργασιακού κόστους δεν μπορεί να συμβαδίζει με μείωση των τιμών αγαθών και
υπηρεσιών που θα αναθέρμαινε την αγοραστική κίνηση και θα αύξανε τα έσοδα του
κράτους; Πώς να γίνει ανάπτυξη χωρίς να μπορεί να βελτιωθεί η ψυχολογία στην
κοινωνία και την αγορά; Και πώς μπορεί να γίνει αυτό όταν η πολιτική ηγεσία όχι
μόνο δεν έχει την τόλμη να γίνει η ίδια το «παράδειγμα» – πόσο μάλλον το όραμα για να κάνει την υπέρβαση
– αλλά αντίθετα εξαντλείται στον αγώνα για την διατήρηση
και την επανεκλογή της μέσα από την προστασία των ημετέρων, από τον πιο ισχυρό
ολιγάρχη μέχρι το τελευταίο της ρουσφέτι;
Αυτά
είναι τα ερωτήματα που το ΔΝΤ δεν μπόρεσε να απαντήσει με αποτελεσματικό τρόπο
και σαν άλλοθι αυτής της αποτυχίας επικαλείται σήμερα κάποιους συντελεστές.
Αλλά το πρόβλημα κι εδώ δεν είναι οι αριθμοί. Είναι πάλι οι άνθρωποι. Και από
την πλευρά των πλουσίων που συνεχίζουν να ευημερούν και να αρνούνται να
«συνεργαστούν», και από την πλευρά των αδυνάμων που συνεχίζουν να
καταστρέφονται επειδή δεν μπορούν να αντιδράσουν σε αυτήν την παράλογη
σφαλερότητα – παράλογη με την έννοια της περιορισμένης ικανότητας του συστήματος
εξουσίας (συγκυβέρνηση- τρόικα) να μαθαίνει, να αλληλεπιδρά και αναλόγως να
δρα. Κάτι που ενώ καθημερινά συμβαίνει αναγκαστικά στις προσωπικές και
επαγγελματικές μας σχέσεις και τις εκπαιδευτικές μας ανάγκες, τελικά δεν ισχύει
στην πρακτική των πολιτικών και των οικονομικών επιλογών των αγορών, των
δανειστών και των κυβερνήσεων, έχοντας έτσι εγκλωβίσει την προοπτική στο
παράλογο και μάταιο σχήμα της επανάληψης των ίδιων λαθών μέσα από τις ίδιες
αποτυχημένες μεθόδους.
Σε ό,τι
μας αφορά, η φαινομενική πολιτική ηρεμία που σκεπάζει το ακινητοποιημένο τοπίο
της ανάκαμψης δεν είναι παρά το μάτι του τυφώνα, που συνεχίζει να οργανώνεται γύρω μας. Την σιωπή των αμνών την σπάζουν αραιά και που άναρθρες
μικροκομματικές κραυγές και αποσπασματικές ή απεγνωσμένες δράσεις και αντιδράσεις
βίας ή διαμαρτυρίας που ακαριαία πνίγονται ή ενσωματώνονται και ελέγχονται.
Αλλά σε αυτό το μικρό αδιέξοδο στενό του παραλόγου που έχει σπρωχτεί η κοινωνία
μας δεν πρέπει ν΄αφεθούμε να φαγωθούμε μεταξύ μας, ακόμη και αν δεν μπορούμε να
συνεννοηθούμε. Γιατί αυτό θα ήταν το τελευταίο άλλοθι εκείνων που μας έσπρωξαν
εδώ για να δικαιολογήσουν σε βάρος μας την συνολική τους αποτυχία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου